Στα φυτά υπάρχουν δύο είδη πολλαπλασιασμού, ο εγγενής και ο αγενής
πολλαπλασιασμός. Ο εγγενής τρόπος επιτυγχάνεται με τη σύξευξη του ωαρίου
με το σπέρμα με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων φυτών από το σπόρο. Στον αγενή πολλαπλασιασμό, χρησιμοποιούνται τμήματα του μητρικού φυτού για την παραγωγή των νέων.
Ανάλογα με το είδος του φυτικού τμήματος που χρησιμοποιέιται για αγενή
αναπαραγωγή όσο και με τον τρόπο που επιτυγχάνεται ο αγενής
πολλαπλασιασμός των φυτών διαχωρίζεται σε περετέρω υποκατηγορίες.
Πρόκειται για τμήματα του φυτού που κόβονται και στη συνέχεια
φυτεύονται σε κατάλληλες εδαφικές και περιβαλλοντικές συνθήκες,
προκειμένου να δημιουργήσουν ρίζες και να αναπτυχθούν σε πλήρη φυτά. Για
να είναι επιτυχής ο πολλαπλασιασμός, τα μοσχεύματα θα πρέπει να
λαμβάνονται τη σωστή χρονική περίοδο, από το κατάλληλο μέρος του φυτού
και από υγιή και εύρωστα μητρικά φυτά. Ανάλογα με το φυτό, τα μοσχεύματα
μπορεί να είναι ρίζα, φύλλο, βλαστός ή οφθαλμός. Τα μοσχεύματα είναι
τμήματα ξηλοποιημένου ή ημιξυλοποιημένου κλαδιού ή μαλακά μοσχεύματα από
χλωρούς βλαστούς (γεράνια, λεβαντίνη, γαρίφαλα).
Ξυλοποιημένα και ημιξυλοποιημένα μοσχεύματα
Ανάλογα με το φυτό περιέχουν τουλάχιστον έναν οφθαλμό και έχουν μήκος
5-25 εκατοστά. Στα μοσχεύματα των φυλλοβόλων φυτών δεν αφήνονται φύλλα,
ενώ στα αειθαλή φυτά διατηρούνται τα φύλλα τις κορυφής και σε κάποιες
περιπτώσεις κόβονται και αυτά στη μέση. Συνήθως και ανάλογα με το φυτό,
τα μοσχεύματα αυτά απαιτούν ιδικούς χειρισμούς και συνθήκες προκειμένου
να ριζοβολήσουν, ενώ συχνά χρησιμοποιείται και ορμόνη ριζοβολίας.
Χλωρά μοσχεύματα
Κάποια φυτά (όπως ο τηλέγραφος) ριζοβολούν πολύ εύκολα με χλωρά
μοσχεύματα από όποιο μέρος του φυτού κι αν προέρχονται. Στα περισσότερα
ανθοφόρα φυτά που πολλαπλασιάζονται με αυτό τον τρόπο, όπως τα γεράνια,
τα μοσχεύματα αποτελούνται από τους πλευρικούς βλαστούς που δεν άνθησαν.
Αφαιρούνται τα κατώτερα φύλλα, το μόσχευμα, αν είναι απαραίτητο
βυθίζεται σε ορμόνη ριζοβολίας και φυτεύεται. Τα χλωρά μοσχεύματα είναι
ευάλωτα στο σάπισμα αν η υγρασία του εδάφους είναι υπερβολική.
Μοσχεύματα φύλλου
Με αυτό τον τρόπο πολλαπλασιάζεται η βασιλική Βιγκόνια (Begonia rex)
και η σανσεβιέρα. Στην περίπτωση της βιγκόνιας, από το φυτό αφαιρείται
ένα καλά αναπτυγμένο φύλλο με το μίσχο του. Στη συνέχεια στην κάτω
επιφάνεια του φύλλου χαράσσονται κάθετα οι νευρώσεις, προκειμένου να
ριζοβολήσουν ευκολότερα. Το φύλλο τοποθετείται σε γλαστράκι με χώμα με
την κάτω επιφάνεια να ακουμπά στο χώμα και στερεώνεται με μικρές
διχάλες. Οι ρίζες και οι οφθαλμοί θα αναπτυχθούν στη βάση του μίσχου και
στις νευρώσεις. Για τον πολλαπλασιασμό της σανσεβιέρας, αρκεί ένα τμήμα
του φύλλου που φυτεύεται κάθετα στη γλάστρα.
Είναι πολύ κοινός τρόπος πολλαπλασιασμού τόσο για τα καλλωπιστικά
φυτά όσο και για τα λαχανικά. Η διαίρεση αφορά είτε διαίρεση θυσάνων
(τούφας), είτε διαίρεση μικρών βολβών, κονδυλόμορφης ρίζας και
ριζώματος.
Διαίρεση θυσάνων
Έτσι πολλαπλασιάζονται φυτά που εκπτύσσουν πολλούς βλαστούς
εφοδιασμένους με ρίζες από τη βάση τους. Από τα μητρικά φυτά αφαιρείται
ένα τμήμα βλαστών με τις αντίστοιχες ρίζες και φυτεύεται σε άλλη θέση ή
φυτοδοχείο.
Διαίρεση μικρών βολβών
Έτσι πολλαπλασιάζονται τα βολβώδη φυτά με χιτωνωτούς βολβούς όπως η
τουλίπα, ο νάρκισσος, η ίριδα και ο υάκινθος. Στους χιτωνωτούς βολβούς,
οι οφθαλμοί που υπάρχουν στις βάσεις των χιτωνωτών φύλλων αναπτύσσονται
σε βολβίδια. Μετά το τέλος της ανθοφορίας τα βολβίδια απομακρύνονται από
το βολβό, αποθηκεύονται και χρησιμοποιούνται την επόμενη χρονιά.
Διαίρεση κονδυλόμορφης ρίζας
Με αυτόν τον τρόπο πολλαπλασιάζεται η ντάλια. Πρόκεοται για
διογκωμένες ρίζες χωρίς οφθαλμούς. Οι οφθαλμοί που θα δώσουν τη νέα
βλάστηση βρίσκονται στη βάση του παλιού στελέχους. Την άνοιξη όταν οι
οφθαλμοί είναι ελαφρά φουσκωμένοι, οι κονδυλόμορφες ρίζες εξάγονται από
το έδαφος και διαιρούνται έτσι ώστε κάθε τμήμα να περιλαμβάνει έναν
τουλάχιστον οφθαλμό. Οι διαιρεμένες ρίζες φυτεύονται και δίνουν τα νέα
φυτά.
Διαίρεση ριζώματος
Η κάννα και η ίριδα πολλαπλασιάζονται με αυτό τον τρόπο. Τα ριζώματα
είναι διογκωμένοι βλαστοί με οφθαλμούς και μεσογονάτια διαστήματα που
μοιάζουν με ρίζες. Η διαίρεση γίνεται το καλοκαίρι, μετά την άνθηση,
έτσι ώστε κάθε τμήμα να περιέχει έναν τουλάχιστον οφθαλμό και λίγες
ρίζες. Τα τμήματα φυτεύονται με τα ριζίδια προς τα κάτω και τους
οφθαλμούς προς τα πάνω.
Οι παραφυάδες είναι βλαστοί που βγαίνουν από τους οφθαλμούς που
βρίσκονται στο λαιμό του φυτού λίγο πάνω ή κάτω από την επιφάνεια του
εδάφους. Για τον πολλαπλασιασμό, αφαιρούνται μαζί με τμήμα της ρίζας και
μεταφυτεύονται.
Στηρίζεται στην ικανότητα των βλαστών ορισμένων φυτών να ριζοβολούν
όταν σκεπαστούν με χώμα. Έτσι οι βλαστοί αναδιπλώνονται, σκεπάζονται με
χώμα σε κάποιο σημείο και το άκρο τους αφήνεται ελεύθερο. Μόλις
ριζοβολήσουν, αποκόπτονται από το μητρικό φυτό. Υπάρχουν υπόγειες,
επίγειες και εναέριες καταβολάδες.
Ο Διομήδειος Βοτανικός Κήπος αποτελεί ένα σημαντικό
πνεύμονα πρασίνου, από τους λίγους εναπομείναντες στο λεκανοπέδιο της
Αττικής, και παράλληλα έναν αξιόλογο επιστημονικό χώρο με πλήθος φυτικών
ειδών.
Ο Διομήδειος Βοτανικός Κήπος ιδρύθηκε το 1952 και μετά από το
θάνατο του Αλεξάνδρου Διομήδους, κληροδοτήθηκε μέρος της περιουσίας του
στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1961, παραχωρήθηκε στο ίδρυμα από
το υπουργείο Γεωργίας δασική έκταση 1.860 στρεμμάτων στο Χαϊδάρι, που
οριοθετείται στις βόρειες πλαγιές του όρους Αιγάλεω, επί της Ιεράς οδού,
μόλις 8 χλμ. από το κέντρο της Αθήνας. Ο βασικός όρος του Δημοσίου με
σκοπό την παραχώρηση αυτή ήταν η διατήρηση και συντήρηση του δασικού
χαρακτήρα της περιοχής. Η διαμόρφωση του Διομήδειου κήπου έγινε με βάση τα σχέδια της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου του Βερολίνου H. Hammerbacher.
Μέχρι και σήμερα στο καλλιεργημένο τμήμα του κήπου συνυπάρχουν και
αναπτύσσονται μαζί αυτοφυή δασικά και καλλιεργούμενα είδη. Από το 1975,
όπου και ολοκληρώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους οι εργασίες
διαμόρφωσης, ο Βοτανικός κήπος άνοιξε τις πύλες του στο ευρύ κοινό. Ο Διομήδειος Βοτανικός Κήπος στην έκταση των 1.860 στρέμματα
περιλαμβάνει 200 στρέμματα καλλιεργημένα και σχεδόν 1660 στρέμματα με
φυσικά οικοσυστήματα, με σημαντική παρουσία ειδών όπως η χαλέπια (Pinus halepensis) και τραχιά (Pinus brutia)
πεύκη, κυπαρίσσια και 600 περίπου αυτοφυούμενα είδη, δένδρα, θάμνους
και ποώδη, ετήσια ή πολυετή. Επιπλέον, έχει εξελιχθεί μια ιδιαίτερα
σημαντική ποικιλότητα ζωικών ειδών, όπως και πληθυσμών ανώτερων
θηρευτών, όπως αρπακτικά πουλιά.
Τα 200 στρέματα καλλιεργούμενης έκτασης είναι χωρισμένα σε 8
διαφορετικά τμήματα, ενώ τα υπόλοιπα καλύπτονται από φυσική βλάστηση. Το
ιστορικό τμήμα, ο ανθώνας, ο δενδρώνας, το οικονομικό τμήμα, το φαρμακευτικό τμήμα, ο βραχόκηπος με ελληνικά γεώφυτα, τα θερμοκήπια και το συστηματικό τμήμα.
Ιστορικό τμήμα του Διομήδειου Βοτανικού Κήπου
Στο ιστορικό τμήμα υπάρχουν φυτά που αναφέρονται σε ιστορικά
κείμενα της ιστορίας ή στη μυθολογία και είναι το μοναδικό τμήμα στον
κόσμο. Εκεί θα συναντήσουμε φυτά όπως ο νάρθηκας (Ferula
communis) όπου με βάση τη μυθολογία ο Προμηθέας έκρυψε στο βλαστό του τη
φωτιά και την μετέφερε κρυφά από τους θεούς στους ανθρώπους. Επιπλέον,
το κώνειο (Conium maculatum) με το οποίο θανατώθηκε ο φιλόσοφος
Σωκράτης.
Ανθώνας του Βοτανικού Κήπου
Στο τμήμα του ανθώνα έχουν δημιουργηθεί μεγάλα παρτέρια και 25 λίμνες.
Σε αυτά καλλιεργούνται πολυετή και μονοετή καλλωπιστικά είδη από όλο
τον κόσμο, ενώ σε ένα από αυτά φιλοξενούνται ποικιλίες τριανταφυλλιάς
(Rosa spp.). Στις λίμνες αναπτύσσονται πολλά υδρόβια και υδρόφιλα είδη,
όπως είναι η Λεμνα ή «φακή του νερού» (Lemna minor), οι νερόκρινοι (Iris
pseudacorus) και τα νούφαρα (Nymphaea spp., Nuphar luteum, Nelumbo
spp.). Περιφερειακά του ανθώνα έχουν φυτευτεί πολλά καλλωπιστικά δένδρα
και θάμνοι.
Ο δενδρώνας του Διομήδειου Βοτανικού Κήπου
Στο Δενδρώνα του Διομήδιου Βοτανικού Κήπου φιλοξενούνται δένδρα και θάμνοι από όλο τον κόσμο από ολόκληρο τον κόσμο. Στον
δενδρώνα του έχουν δημιουργηθεί τομείς που έχουν φυτευτεί δένδρα από
την Ωκεανία, τη Μεσόγειο και την υπόλοιπη Ευρώπη, τη μη μεσογειακή Ασία,
τη Νότια Αφρική, τη Βόρεια και Κεντρική Αμερική και τη Νότια Αμερική.
Η κασουαρίνα, Αφρικανικές χρυσόφυλλες ελιές, ο κέδρος των Ιμαλαϊων και η
εντυπωσιακή και τεράστια ραγώδης γιούκκα (Yucca baccata) είναι λίγα από
τα δένδρα που θα συναντήσει κανείς στο τμήμα αυτό. Καθώς επίσης, στο
τμήμα του δενδρώνα υπάρχουν επίσης δένδρα όπως καλλιστήμονες και
ακακίες, σεκόιες, σφένδαμνοι Acer palmatum, σκληθρόφυλλες βελανιδιές
(εθνικό δέντρο της Κύπρου), κουτσουπιές, και αλλά διάφορα φοινικοειδή
όπως ο φοίνικας του Θεόφραστου. Στις λίμνες του Βοτανικού Κήπου Διομήδους
Το οικονομικό τμήμα του Βοτανικού Κήπου
Στο οικονομικό τμήμα του κήπου έχουν φυτευτεί είδη που έχουν ιδιαίτερη οικονομική και παραγωγική σημασία.
Μερικά από αυτά είναι το φελλόδενδρο (Quercus suber), η καμφορά
(Cinnamomum camphora), το βερνικόδενδρο (Rhus vernicifera), το βαμβάκι
(Gossypium spp.), το λινάρι (Linum usitatissimum) και ο καπνός
(Nicotiana tabacum). Πολύ εντυπωσιακά είναι τα πανέμορφα γιγάντια
νούφαρα (Nelumbo nucifera και Nelumbo lutea), τα οποία καλλιεργούνται
για τα εδώδιμα σπέρματα και ριζώματά τους. Επιπλέον, καλλιεργούνται
πολλές ελληνικές παραδοσιακές ποικιλίες αμπελιού (Vitis vinifera).
Το φαρμακευτικό τμήμα του Διομήδειου Βοτανικού Κήπου
Στο φαρμακευτικό τμήμα υπάρχουν φυτά που έχουν φαρμακευτική αξία,
όπως είναι ο περίφημος δίκταμος της Κρήτης (Origanum dictamnus), ο
μανδραγόρας (Mandragora officinarum), το βάλσαμο (Hypericum perforatum),
η βαλεριανή (Valeriana officinalis), η εφέδρα (Ephedra foeminea), οι
ρολογιές (Passiflora spp.) και πολλά άλλα είδη φυτών.
Ο βραχόκηπος ελληνικών γεώφυτων
Ο Βραχόκηπος Ελληνικών Γεωφύτων είναι ένα νέο τμήμα του βοτανικού
κήπου που δημιουργήθηκε το 2013 με δωρεά της Ελληνικής Εταιρείας
Προστασίας της Φύσης (ΕΕΠΦ) προς τιμή του μέλους τους Μυρτώ Απέργη. Σε αυτό το τμήμα ο επισκέπτης θα συναντήσει πολλά ελληνικά βολβώδη φυτά και άλλα.
Τα θερμοκήπια του Διομήδειου Βοτανικού Κήπου
Δύο θερμοκήπια έχουν δημιουργηθεί Στον Βοτανικό Κήπο. Το θερμοκήπιο με κάκτους και παχύφυτα και αυτό με τα τροπικά και υποτροπικά φυτά.
Το συστηματικό τμήμα του Βοτανικού Κήπου
Στο συστηματικό τμήμα παρουσιάζονται οι βασικές οικογένειες της Συστηματικής Βοτανικής και έχει ιδιαίτερη εκπαιδευτική αξία.
Έχουν σχεδιαστεί πέντε παρτέρια και έχουν φυτευτεί φυτικά είδη με
τέτοιο τρόπο ώστε στο 1ο παρτέρι να υπάρχουν κύριοι αντιπρόσωποι από τα
Βρυόφυτα, Πτεριδόφυτα και Γυμνόσπερμα Σπερματόφυτα, στο 2ο και 3ο παρτέρι από τα Δικοτυλήδονα Αγγειόσπερμα Σπερματόφυτα και στο 4ο και 5ο
παρτέρι φυτικά είδη που ανήκουν στα Μονοκοτυλήδονα Αγγειόσπερμα
Σπερματόφυτα. Στο τμήμα αυτό συναντά κανείς και το “ζωντανό απολίθωμα”
Gingo biloba, το οποίο θεωρείται ένα από τα παλαιότερα. Ο Διομήδειος Βοτανικός Κήπος, είναι ένα πραγματικό στολίδι της Δυτικής Αθήνας.
Η επίδραση του στο κλίμα της ευρύτερης περιοχής είναι σημαντική και
επιβεβλημένη εξαιτίας της αυξημένης ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Επιπλέον, αποτελεί έναν ιδιαίτερο χώρο επιστημονικής έρευνας, αλλά και ιδανικό χώρο για την εκπαίδευση των νέων ατόμων με σκοπό την εκμάθηση αλλά και την ενδυνάμωση της συνείδησης τους σε ότι αφορά τα περιβαλλοντικά και οικολογικά θέματα.
Η ύπαρξη και ανάπτυξη χώρων όπως ο Διομήδειος Βοτανικός Κηπος είναι
περισσότερο σημαντική για την ενθάρρυνση της πεποίθησης για προστασία
και διατήρηση, ως κόρη οφθαλμού, χώρων παρόμοιων του Διομήδειου κήπου,
τόσο μέσα σε αστικά περιβάλλοντα, όπου αυτό είναι δυνατό, όσο και αλλού.
Ο κήπος είναι επισκέψιμος καθημερινά 8 π.μ. – 2 μ.μ.,
Σαββατοκύριακα και αργίες 10 π.μ. – 3 μ.μ.
Κλειστός παραμένει τις ημέρες Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, την
Καθαρά Δευτέρα, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Κυριακή του Πάσχα, την
Πρωτομαγιά και από 15 Ιουλίου ως 31 Αυγούστου.
Δεν υπάρχει κάποιο χρηματικό αντίτιμο για την είσοδο, οι δωρεές ωστόσο είναι ευπρόσδεκτες.
Η ίριδα (Iris sp., Iridaceae) είναι βολβώδες, ριζωματώδες φυτό ιδιαίτερα αγαπητό εξαιτίας της υπέροχης ανθοφορίας του.
Η καταγωγή της ίριδας είναι από τις εύκρατες περιοχές του βορείου
ημισφαιρίου. Ανήκει στην οικογένεια Iridaceae, που αριθμεί περισσότερα
από 2000 είδη φυτών, μεταξύ των οποίων ο γλαδίολος (Gladiolus sp.), ο κρόκος (Crocus sp.) και η φρέζια (Freesia sp.).
Στο γένος Iris ταξινομούνται περισσότερα από 250 είδη πολυετών ποωδών
φυτών. Εξαιτίας των πολλών ειδών που υπάρχουν και των χιλιάδων ποικιλιών
που έχουν προκύψει, οι βοτανολόγοι ομαδοποιούν τις ίριδες με διάφορους
τρόπους. Μπορούν να διαφοροποιηθούν σε βολβώδεις ίριδες, εάν φέρουν
βολβό και σε ριζωματώδεις εάν φέρουν ρίζωμα. Στη χώρα μας υπάρχουν αρκετά είδη ίριδας που είναι ενδημικά φυτά της ελληνικής χλωρίδας.
Μερικά από αυτά είναι το Iris attica, I. lutescens, I. cretensis και I.
graminea. Πολύ κοινά είδη, είναι η I. germanica (αγριόκρινος), I.
florentiana και I. pseudacorus (νερόκρινος). Πιο συγκεκριμένα, το I.
pseudocorus διαφέρει σημαντικά από την κοινή ίριδα καθώς είναι υδροχαρές
ριζωματώδες φυτό, με ύψος μέχρι 1m, που αναπτύσσεται καλύτερα όταν
είναι φυτεμένο σε γλάστρα και βυθισμένο σε βάθος μέχρι 50 cm, μέσα στο
νερό, ενώ ανθίζει την άνοιξη. Πολλές ποικιλίες ίριδας καλλιεργούνται σε εμπορική κλίμακα για το κομμένο λουλούδι τους, ενώ πολλές άλλες είναι κατάλληλες για φύτευση σε παρτέρια στον κήπο και σε πάρκα.
Ίριδες (Irises), ονομάζεται
μια σειρά από δημοφιλείς πίνακες που ζωγράφισε ο Vincent van Gogh, την
περίοδο της νοσηλείας του σε άσυλο στην Γαλλία, κατά τον τελευταίο χρόνο
της ζωής του, το 1890
Μορφολογία του φυτού
Η ίριδα είναι πολυετές ριζωματώδες φυτό. Το ρίζωμα αναπτύσσεται λίγο
κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Τα φύλλα είναι λογχοειδή, μεγάλα ή
μεσαία ανάλογα με την ποικιλία και εκπτύσσονται μέσα από το έδαφος. Σε
αρκετά είδη (π.χ. Iris germanica), αναπτύσσονται και φύλλα κατά μήκος
του ανθικού στελέχους.
Από το κέντρο των φύλλων, μέσα από το έδαφος, εκφύεται το ανθικό στέλεχος, στην άκρη του οποίου βγαίνουν τα άνθη. Το ύψος του ανθικού στελέχους, εξαρτάται από την ποικιλία. Υπάρχουν νάνες ποικιλίες με ύψος έως 25cm, μεσαίες με ύψος 25 – 60 cm και ψηλές με ύψος 60 – 120 cm. Τα άνθη της ίριδας είναι εντυπωσιακά, με χρώμα λευκό, κίτρινο, μπλε, μοβ, πορτοκαλί ή ρόδινο, με διάμετρο μέχρι 15 cm. Υπάρχουν και ποικιλίες με δίχρωμα λουλούδια. Πότε ανθίζουν οι ίριδες; Η ανθοφορία
ξεκινάει από τον Απρίλιο και μπορεί να παραταθεί μέχρι και τον Ιούνιο.
Τα λουλούδια της ίριδας διατηρούνται πάνω στο φυτό για σχεδόν 20 μέρες.
Καλλιέργεια της ίριδας
Αναπτύσσεται ικανοποιητικά σε πολλούς τύπους εδαφών, ακόμα και σε μέτρια εδάφη. Προτιμότερα όμως είναι τα γόνιμα, πλούσια σε οργανική ουσία, που δεν κατακρατούν πολύ υγρασία. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερες καλλιεργητικές φροντίδες. Οι ηλιόλουστες θέσεις, προστατευμένες από τους έντονους ανέμους είναι οι πλέον ιδανικές για τη φύτευση της ίριδας. Είναι ανθεκτικό φυτό στις υψηλές θερμοκρασίες και στην ξηρασία. Το πότισμα στην ίριδα πρέπει να γίνεται τακτικά,
ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν και να αυξάνεται την περίοδο της
άνθισης, ίσως και λίγο πριν από αυτή. Καλό είναι να γίνεται τακτικό σκάλισμα του εδάφους,
με σκοπό την μείωση της εδαφικής υγρασίας και την απομάκρυνση των
ζιζανίων. Η χρήση οργανικής λίπανσης, ενισχύει την ανάπτυξη και
ανθοφορία του φυτού. Αποξηραμένα φύλλα ή άνθη απομακρύνονται διότι
επηρεάζουν αρνητικά την άνθιση και την αισθητική.
Πολλαπλασιασμός της ίριδας
Η ίριδα πολλαπλασιάζεται με τους βολβούς ή με διαίρεση των ριζωμάτων,
ανάλογα με το είδος. Οι περισσότερες ποικιλίες που χρησιμοποιούνται σε
κήπους είναι οι ριζωματώδεις. Πότε φυτεύονται οι βολβοί της ίριδας;
Οι βολβοί φυτεύονται κατά τους φθινοπωρινούς μήνες για να ανθίσουν την
άνοιξη. Το βάθος φύτευσης δεν πρέπει να ξεπερνά τα 10 cm. Η απόσταση φύτευσης μεταξύ των ριζωμάτων, εξαρτάται από την ποικιλία και συνήθως κυμαίνεται από 15 – 30 cm.
Λόγω του ότι οι ίριδες αναπτύσσονται στις περισσότερες περιοχές της
χώρας μας σαν πολυετή φυτά, τα ριζώματά τους μπορούν να φυτευτούν σε
μόνιμες θέσεις, σε παρτέρια ή φυτοδοχεία.
Εχθροί και ασθένειες που προσβάλλουν τις ίριδες
Η ίριδα είναι ανθεκτικό φυτό στις προσβολές από έντομα. Μυζητικά έντομα όπως αφίδες (μελίγκρες)
προσβάλλουν σε ορισμένες περιπτώσεις τα φύλλα και τα άνθη, χωρίς όμως
να προκαλούν προβλήματα. Κυριότερο πρόβλημα αποτελεί η σήψη των υπόγειων
οργάνων, εδικά τις περιόδους όπου παρατηρείται υψηλή εδαφική υγρασία ή
όταν εφαρμόζονται υπερβολικά ποτίσματα.
Ίριδες στον κήπο και τη βεράντα
Χαμηλές και μεσαίες σε ύψος ποικιλίες χρησιμοποιούνται σε ομαδικές
φυτεύσεις σε παρτέρια, στην πρώτη ή δεύτερη σειρά. Οι ψηλές ποικιλίες
χρησιμοποιούνται σπανιότερα
Χαμηλά φυτά φυτεύονται μεμονωμένα ή μαζί, σε βραχόκηπους και σε φυτεύσεις κάτω από δένδρα
Διακοσμούν μεγάλα φυτοδοχεία και ζαρντινιέρες
Τα εντυπωσιακά άνθη της ίριδας δημιουργούν όμορφες αντιθέσεις με το χλοοτάπητα καθώς και με δομικά στοιχεία του κήπου
Το είδος Iris pseudacorus (νερόκρινος), χρησιμοποιείται ευρύτατα σε υδρόκηπους
Λένε πως η αρχή είναι το ήμισυ του παντός. Έτσι και στην δημιουργία ενός λαχανόκηπου σε κάποιο σημείο του κήπου. Ένας καλοσχεδιασμένος λαχανόκηπος
σύμφωνα με τις προσωπικές ανάγκες των ιδιοκτητών του, με τις κατάλληλες
διαστάσεις και το σωστό προσανατολισμό μπορεί να ανταμείψει στο έπακρο
τους κόπους προσφέροντας μια καλή σοδειά καθώς και να προσφέρει συνθήκες
δημιουργικής ενασχόλησης.
Ξεκινώντας με το σχεδιασμό για τον λαχανόκηπο
πρέπει να ληφθεί υπόψη ο χρόνος είναι διατεθειμένος να αφιερώσει σε
αυτόν. Αν ο χρόνος είναι περιορισμένος ή ο λαχανόκηπος βρίσκεται στην
εξοχική κατοικία τότε θα πρέπει να περιοριστούν οι διαστάσεις του κήπου
με τα λαχανικά και να επιλεγούν λαχανικά που δεν έχουν μεγάλες
καλλιεργητικές απαιτήσεις.
Μακρόστενος λαχανόκηπος:
Εκτός από τους κύριους διαδρόμους απαιτούνται και μικρότεροι,
δευτερεύοντες διάδρομοι ανάμεσα στα λαχανικά.
Οι χώροι φύτευσης μπορούν να χωρίζονται και με σειρές λουλουδιών και αρωματικών φυτών,τα οποία συμβάλουν και στη βιολογική αντιμετώπιση των εχθρών και ασθενειών του λαχανόκηπου.
Διαστάσεις και σχήμα στο λαχανόκηπο.
Θεωρητικά οι διαστάσεις στο λαχανόκηπο μπορούν να είναι όσο μικρές ή
μεγάλες επιθυμεί κάποιος. Πρακτικά όμως κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε
δυνατό και τις περισσότερες φορές ούτε επιθυμητό. Ο χρυσός κανόνας για
τις διαστάσεις ενός λαχανόκηπου που είναι ομαλά ενταγμένος μέσα στον υπόλοιπο είναι η συνολική επιφάνεια του λαχανόκηπου να μην ξεπερνά το 1/5 της συνολικής επιφάνειας του κήπου.
Σε ότι αφορά το σχήμα του λαχανόκηπου, υπάρχουν πολλές επιλογές ανάλογα με το χώρο και τη φαντασία του κατασκευαστή. Οι πιο συνηθισμένοι λαχανόκηποι έχουν σχήμα ορθογωνίου ή τετραγώνου και η φύτευση των λαχανικών γίνεται σε σειρές. Η φύτευση σε ευθείες γραμμές
καλύπτει καλύτερα την επιφάνεια του εδάφους και έτσι με αυτό το σχήμα
του λαχανόκηπου γίνεται καλύτερη εκμετάλλευση του διαθέσιμου χώρου.
Εκτός όμως από το τυπικό αυτό μοτίβο ο λαχανόκηπος μπορεί να είναι κυκλικός ή ημικυκλικός ή χωρισμένος σε τετράγωνα
σε κάθε ένα από τα οποία καλλιεργείται διαφορετικό λαχανικό ή να έχει
όποιο άλλο σχήμα που μπορεί να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα και τη
λειτουργικότητα του κήπου. Όποιο σχήμα και να έχει τελικά ο λαχανόκηπος
το σημαντικό είναι η ύπαρξη διαδρόμων κίνησης ανάμεσα στις σειρές των λαχανικών.
Διάδρομοι πλάτους περίπου 30 εκ. θα εξυπηρετούν ώστε να
πραγματοποιηθούν όλες οι καλλιεργητικές εργασίες χωρίς να πατά κανείς
ανάμεσα στα λαχανικά. Αν ο λαχανόκηπος είναι μεγάλος και υπάρχει ανάγκη
μετακίνησης μέσα σε αυτόν καροτσιού, φρέζας ή άλλου ογκώδους
μηχανήματος, τότε οι διάδρομοι θα πρέπει να έχουν πλάτος τουλάχιστον 80
εκ..
Τέλος αν το έδαφος στο σημείο το οποίο προορίζεται
για την εγκατάσταση του λαχανόκηπου παρουσιάζει μεγάλη κλίση, τότε πριν
την εγκατάσταση του λαχανόκηπου πρέπει να δημιουργηθούν αναβαθμίδες πάνω
στις οποίες θα γίνεται η καλλιέργεια των λαχανικών. Διαφορετικά το
έδαφος στο λαχανόκηπο θα παρασύρεται από το νερό του ποτίσματος, τη
βροχή και τον αέρα προς τα κατώτερα σημείου του κήπου και έτσι ο
λαχανόκηπος δε θα είναι παραγωγικός.
Θέση και προσανατολισμός.
Ο λαχανόκηπος θα πρέπει να έχει ηλιόλουστη έκθεση χωρίς υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες.
Γενικά κατάλληλες για την εγκατάσταση λαχανόκηπου θεωρούνται η
ανατολική και η νότια πλευρά του κήπου χωρίς αυτό να σημαίνει πως
αποκλείονται οι υπόλοιπες που πληρούν την προϋπόθεση της ανεμπόδιστης
ηλιοφάνειας. Επιπλέον σημαντικό είναι ο χώρος του λαχανόκηπου να μην δέχεται έντονους ανέμους και να μην σκιάζεται από δέντρα, κτήρια ή φράκτες.
Η πρόσβαση στο λαχανόκηπο από το σπίτι και αν είναι δυνατόν από την
κουζίνα του σπιτιού, θα πρέπει να είναι εύκολη και γρήγορη.
Είδη λαχανόκηπου
Μακρόστενος λαχανόκηπος:
Εκτός από τους κύριους διαδρόμους απαιτούνται και μικρότεροι,
δευτερεύοντες διάδρομοι ανάμεσα στα λαχανικά. Οι χώροι φύτευσης μπορούν
να χωρίζονται και με σειρές λουλουδιών και αρωματικών φυτών, τα οποία
συμβάλουν και στη βιολογική αντιμετώπιση των εχθρών και ασθενειών του
λαχανόκηπου.
Τετράγωνος λαχανόκηπος:
Περιφερειακά των εξωτερικών διαδρόμων κίνησης μπορούν να φυτευτούν
αρωματικά και ετήσια φυτά ενώ κάποιες από τις πλευρές μπορούν να
χρησιμοποιηθούν για την καλλιέργεια λαχανικών που αναρριχώνται.
Γεωμετρικός λαχανόκηπος:
Προσφέρει πολλές θέσεις φύτευσης και σχετικά εύκολη συντήρηση.
Κυκλικός λαχανόκηπος:
Τα φυτά που φυτεύονται στον εξωτερικό κύκλο δεν πρέπει να έχουν
μεγαλύτερη ανάπτυξη από τα φυτά του εσωτερικού κύκλου για να μην τα
σκιάζουν. Παραλλαγή αυτού του τύπου μπορεί να είναι ο ημικυκλικός
λαχανόκηπος που έχει ευκολότερη συντήρηση. Και εδώ απαιτείται προσοχή
ώστε να μην σκιάζονται τα λαχανικά που βρίσκονται στο εσωτερικό.
Οργανωμένος λαχανόκηπος:
Ο διαθέσιμος χώρος για τη δημιουργία του λαχανόκηπου χωρίζεται σε
μεγαλύτερες και μικρότερες ορθογώνιες περιοχές φύτευσης. Έτσι στις
μεγαλύτερες περιοχέςμπορούν να καλλιεργηθούν λαχανικά που απαιτούν
περισσότερο χώρου ή που είναι επιθυμητή η μεγαλύτερη παραγωγή.
Λαχανόκηπος της Αυλής:
Ουσιαστικά πρόκειται για γωνιακό παρτέρι στην άκρη της αυλής ή του κήπου, που έχει μετατραπεί σε λαχανόκηπο.
Κείμενα – Σχέδια Νυδριώτη Έφη
Γεωπόνος ΓΠΑ – Αρχιτέκτων Τοπίου MSc
Σχεδιασμός και Κατασκευή κήπων
Τηλ. επικοινωνίας: 6973813896
email: efinyd@gmail.com
Η γνωριμία με τα λαχανικά και η γνώση του εδώδιμου τμήματος κάθε
λαχανικού είναι βασική πρωταρχική εργασία για την καλλιέργεια του
λαχανόκηπου. Για παράδειγμα, το φθινόπωρο ή το χειμώνα θα καλλιεργήσουμε
βολβώδη λαχανικά ή λαχανικά που το εδώδιμο τμήμα τους είναι τα ανώριμα
άνθη όπως το κουνουπίδι, μπρόκολο. Αντίστοιχα, το καλοκαίρι θα
προτιμήσουμε λαχανικά που το εδώδιμο τμήμα τους είναι οι καρποί.
Η μουριά (Morus alba και M. nigra, Moraceae) είναι φυλλοβόλο πλατύφυλλο δέντρο
με πολύ διακοσμητικό φύλλωμα και φημίζεται για τη σκιά του. Στο γένος
Morus ταξινομούνται 12 είδη με καταγωγή από τις περιοχές της Β. Αμερικής
και της Ασίας. Σε πολλές χώρες η μουριά καλλιεργείται για τους καρπούς, το ξύλο ή τα φύλλα της που αποτελούν τροφή για τους μεταξοσκώληκες.
Χρησιμοποιείται συχνά στην αρχιτεκτονική τοπίου εξαιτίας της μεγάλης
ανάπτυξης και της πυκνής σκίασης που δημιουργεί. Τα πιο γνωστά είδη
είναι η λευκή (Morus alba) και η μαύρη μουριά (M. nigra), ενώ υπάρχουν
και άλλα είδη όπως η ερυθρή (M. rubra) και η κελτιδόφυλλη μουριά (Μ.
celtidifolia).
Η μουριά, στο μεσογειακό κλίμα δεν ξεπερνάει σε ύψος τα 8-10 m και διάμετρο 6-8 m.
Ο κορμός της είναι ευθύς και διακλαδίζεται σε βραχίονες. Οι βραχίονες
καλό είναι να διατηρούνται σε ύψος από 1,5 – 2 m. Τα κλαδιά είναι ισχυρά
και δημιουργούν κόμη με ημισφαιρικό σχήμα. Τα φύλλα είναι απλά, ωοειδή
με οδοντωτή περιφέρεια, ενώ αναπτύσσονται εναλλάξ πάνω στους βλαστούς.
Τα νεαρά συνήθως φύλλα είναι έλοβα. Στη λευκή μουριά (Morus alba)
είναι μεγάλα, λεπτά, με γυαλιστερή επιφάνεια, έντονες νευρώσεις και
ανοιχτό πράσινο χρώμα. Στη μαύρη μουριά (M. nigra) είναι πιο πλατιά,
χνουδωτά και έχουν σκούρο πράσινο χρώμα. Η μουριά ανθίζει νωρίς την άνοιξη πριν εμφανιστούν τα φύλλα. Τα άνθη είναι μικρά, λευκά χωρίς καλλωπιστική αξία. Οι καρποί ωριμάζουν το καλοκαίρι Ιούλιο-Αύγουστο. Στη λευκή μουριά είναι λευκοί ή ρόδινοι ενώ στη μαύρη έχουν σκούρο κόκκινο χρώμα και είναι πιο γευστικοί. Από τις πολλές ποικιλίες μουριάς, η κρεμοκλαδής (Morus alba “pendula”) παρουσιάζει ιδιαίτερο κηποτεχνικό ενδιαφέρον.
Η μουριά μπορεί να φυτευτεί σε όλους τους τύπους εδαφών, σε γόνιμα
και πλούσια σε οργανική ουσία. Το χώμα πρέπει να είναι νωπό, χωρίς να
κρατά υπερβολική υγρασία. Φυτεύεται σε ηλιόλουστες θέσεις όπου δημιουργεί πυκνή σκιά και προτιμά τα υπήνεμα σημεία του κήπου. Είναι ανθεκτική στην ξηρασία και κατάλληλη για φύτευση σε παραθαλάσσιες περιοχές. Είναι ανθεκτική και στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα. Αντέχει σε περιοχές με έντονη ατμοσφαιρική ρύπανση.
Σε πολλές περιπτώσεις η μουριά κλαδεύεται πολύ αυστηρά, όπου
αφαιρούνται ακόμα και οι βραχίονες. Ωστόσο η συνήθεια αυτή έχει προέλθει
από τις καλλιέργειες μουριάς για παραγωγή φύλλων, με σκοπό την εκτροφή
του μεταξοσκώληκα.
Σαν καλλωπιστικό δέντρο η μουριά δεν απαιτεί αυστηρό κλάδεμα. Αρκεί να αφαιρούνται τα ξερά και μη υγιή κλαδιά. Για τη διαμόρφωση του δένδρου, συνήθως αφήνονται 3 – 4 κλαδιά (βραχίονες),
σχεδόν παράλληλα με το έδαφος. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται μεγάλη
επιφάνεια για σκίαση. Στις δεντροστοιχίες το ετήσιο κλάδεμα αποσκοπεί
στον περιορισμό του ύψους και τη διατήρηση του σχήματος του δέντρου.
Πολλαπλασιασμός της μουριάς
Η μουριά πολλαπλασιάζεται κυρίως με σπόρο. Τα σπορόφυτα στη συνέχεια
εμβολιάζονται με την επιθυμητή ποικιλία, προκειμένου να πάρουν τα
χαρακτηριστικά της. Πολλαπλασιασμός μπορεί να γίνει και με μοσχεύματα,
τα οποία συλλέγονται το καλοκαίρι και τοποθετούνται σε υγρό αμμώδες
έδαφος με χρήση ορμόνης ριζοβολίας.
Εχθροί και ασθένειες που προσβάλλουν τη μουριά
Είναι ανθεκτικό φυτό, χωρίς να προσβάλλεται έντονα από έντομα του
κήπου ή ασθένειες. Αποικίες αφίδων (μελίγκρες) αναπτύσσονται πάνω στα
φύλλα, ιδίως στα μέσα της άνοιξης, αλλά οι πληθυσμοί τους δεν είναι
σημαντικοί και συνήθως ελέγχονται από τα ωφέλιμα έντομα. Σπάνια
προσβάλλεται από μύκητες που προκαλούν σήψη στις ρίζες ή προβλήματα στον
κορμό.
Οι ορχιδέες είναι μία ξεχωριστή οικογένεια φυτών με
πολλά περιζήτητα αλλά και πολλά σχεδόν άγνωστα είδη. Τα περισσότερα και
τα πιο δημοφιλή είδη της οικογένειας κατάγονται από τροπικές περιοχές
της Ασίας και της κεντρικής και νότιας Αμερικής. Παρόλα αυτά ορχιδέες
υπάρχουν σε όλο τον κόσμο εκτός από τις περιοχές της Ανταρκτικής που
καλύπτονται από παγετώνες. Τα γένη της οικογένειας
Orchidaceae ξεπερνούν τα 800, ενώ υπάρχουν τουλάχιστον 25.000 είδη και
πάνω από 30.000 καλλιεργούμενες ποικιλίες και υβρίδια.
Ορχιδέες αυτοφύονται σε
πολλές περιοχές της Ελλάδας και ξεπερνούν τα 200 είδη. Οι περισσότερες
ανήκουν στο γένος Ophris, αλλά υπάρχουν και αρκετά είδη που ανήκουν στα
γένη Orchis, Serapians και αλλού.
Ο μύθος της ορχιδέας
Στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία, ο Όρχις ήταν γιός ενός σάτυρου και
μίας νύμφης. Μετά από μία Διονυσιακή γιορτή και αφού είχε καταναλώσει
πολύ κρασί, προσπάθησε να βιάσει μία ιέρεια του Διόνυσου. Για την
ιεροσυλία του τιμωρήθηκε και διαμελίστηκε από άγρια θηρία. Ο πατέρας του
ζήτησε από τους θεούς να επαναφέρουν το γιό του στη ζωή κι εκείνοι
αποφάσισαν να τον επαναφέρουν, μετατρέποντάς τον σε λουλούδι, την
ορχιδέα!
Όπως είναι λογικό τα είδη
μιας τόσο μεγάλης οικογένειας έχουν μεταξύ τους πολλές διαφορές όμως
όλες οι ορχιδέες είναι πολυετή, ποώδη και ανθοφόρα φυτά.
Χαρακτηριστικά της ορχιδέεας
Ανάπτυξη: Τα
διάφορα είδη μπορεί να έχουν οριζόντια (συμποδιακή) ή κατακόρυφη
(μονοπόδιακή) ανάπτυξη. Στις ορχιδέες με οριζόντια ανάπτυξη από το
ρίζωμα της προηγούμενης χρονιάς αναπτύσσεται ένας ψευδοβολβός από τον
οποίο παράγεται η νέα βλάστηση (φύλλα και άνθη). Στη βάση του
ψευδοβολβού δημιουργείται νέο ρίζωμα που θα δώσει τον ψευδοβολβό της
νέας περιόδου κ.ο.κ. Στις ορχιδέες με κατακόρυφη ανάπτυξη ο βλαστός
αναπτύσσεται κατακόρυφα από έναν οφθαλμό και τα νέα φύλλα παράγονται
κάθε χρόνο στην κορυφή. Τα άνθη αναπτύσσονται στις μασχάλες των φύλλων.
Κάποιες ορχιδέες με κατακόρυφη ανάπτυξη φτάνουν σε ύψος 10 ή ακόμα και 20 m, και μοιάζουν με αναρριχώμενα φυτά.
Ριζικό σύστημα:Μπορεί
να είναι ρίζωμα, κόνδυλος ή βολβός. Κάποιες ορχιδέες έχουν δύο βολβούς
όπου ο ένας λειτουργεί σαν αποθηκευτικό όργανο και ο άλλος δημιουργεί τη
νέα βλάστηση. Άλλα είδη δημιουργούν ψευδοβολβούς και άλλα εναέριες
ρίζες.
Σε πολλές ορχιδέες οι
εναέριες ρίζες είναι ιδιαίτερα διακοσμητικές και χρησιμοποιούνται στην
ανθοδετική ανεξάρτητα από τα άνθη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι
ορχιδέες του γένους Vanda.
Φύλλα: Μπορεί
να είναι ωοειδή, λογχοειδή ή σφαιρικά, μεγάλα ή πιο μικρά. Γενικά είναι
προσαρμοσμένα στις συνθήκες της περιοχής που αναπτύσσεται το κάθε είδος.
Έτσι ορχιδέες που αναπτύσσονται σε περιοχές με πολύ ήλιο, ζέστη και ξηρασία έχουν φύλλα παχιά,
με δερματώδη υφή. Αντίθετα είδη ορχιδέας που αναπτύσσονται σε σκιερές
περιοχές με περισσότερη υγρασία έχουν φύλλα μακριά και λεπτά. Άνθη: Ανάλογα
με το είδος και την ποικιλία τα άνθη παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές.
Αναπτύσσονται μόνα τους ή πολλά μαζί, σε ταξιανθίες, έχουν διαφορετική
εμφάνιση με ένα ή περισσότερα χρώματα και μπορεί να είναι αρωματικά ή
όχι. Ένα από τα κοινά χαρακτηριστικά όλης της οικογένειας είναι η
ζυγομορφία των ανθέων, δηλαδή η συμμετρία τους προς τον κατακόρυφο
άξονα. Επιπλέον αποτελούνται από τρία πέταλα και τρία σέπαλα. Στις
περισσότερες ορχιδέες τα τρία σέπαλα μοιάζουν μεταξύ τους ενώ από τα
πέταλα, τα δύο είναι παρόμοια και το τρίτο έχει ιδιαίτερη μορφή και
ονομάζεται χείλος. Άνθη ορχιδέας Phalaenopsis
Phalaenopsis: Οι πιο γνωστές ορχιδέες για ανάπτυξη σε γλάστρα και διακόσμηση εσωτερικών χώρων. Είναι πολύ εύκολες στην καλλιέργεια και ανθίζουν για μεγάλο διάστημα. Έχουν κατακόρυφη ανάπτυξη και μπορεί να δημιουργούν εναέριες ρίζες.
Αναπτύσσουν λίγα αλλά μεγάλα φύλλα στη βάση τους με δερματώδη υφή. Τα
άνθη εμφανίζονται ομαδικά, σε ταξιανθίες, πάνω σε στελέχη με μεγάλο
μήκος. Κάθε φυτό μπορεί να έχει 2-4 ταξιανθίες, κάθε μία από τις οποίες έχει 8-10 άνθη.
Τα άνθη είναι πολύ εντυπωσιακά με διάφορα χρώματα και διάμετρο 8-10 cm.
Συνήθως εμφανίζονται στο τέλος του χειμώνα με αρχές της άνοιξης. Πάνω
στο φυτό τα άνθη μπορεί να διαρκέσουν μέχρι και τρεις μήνες. Τα κομμένα
άνθη μπορούν να διατηρηθούν για 1-2 εβδομάδες από όταν κοπούν. Cymbidium:
Επίσης καλλιεργούνται σε γλάστρες, αλλά μπορούν την άνοιξη και το
καλοκαίρι να διακοσμήσουν και εξωτερικούς χώρους, αρκεί να
προστατεύονται από τον ήλιο. Έχουν οριζόντια ανάπτυξη και δημιουργούν
πολλά φύλλα, λεπτά και μακρόστενα με μήκος περίπου 60 cm. Τα άνθη
αναπτύσσονται σε ταξιανθίες πάνω σε μακριά στελέχη. Τα νεαρά φυτά
δημιουργούν 4-5 ταξιανθίες και τα μεγαλύτερα μέχρι και 30. Κάθε
ταξιανθία έχει 10-25 άνθη. Οι περισσότερες ορχιδέες Cymbidium ανθίζουν
τον Φεβρουάριο – Μάιο, ενώ τα κομμένα άνθη μπορούν να διατηρηθούν για
4-6 εβδομάδες. Cattleya: Είναι
ίσως οι ορχιδέες με τα πιο εντυπωσιακά άνθη. Χρησιμοποιούνται κυρίως
για το κομμένο λουλούδι τους αφού σαν γλαστρικά φυτά δεν αναπτύσσουν
πολλά άνθη και υποφέρουν από τις θερμοκρασιακές διακυμάνσεις. Τα κομμένα
λουλούδια έχουν διάρκεια ζωής 1-2 εβδομάδες. Dendrobium:
Έχουν πολύ κομψά άνθη και στην αυτοφυή μορφή τους ζουν σε κορμούς
δέντρων. Χρησιμοποιούνται κυρίως στην ανθοδετική αφού δημιουργούν ανθικά
στελέχη με μήκος έως 1 m και μέχρι 100 άνθη. Τα περισσότερα είδη το
χειμώνα πέφτουν σε λήθαργο και αναβλαστάνουν την άνοιξη. Vanda: Έχουν πολύ μεγάλη αξία στην παραγωγή κομμένου λουλουδιού. Τα άνθη τους είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά, πολλές φορές αρωματικά και με μεγάλη διάρκεια. Τα κομμένα λουλούδια διαρκούν περίπου για τρεις εβδομάδες.
Σαν καλλωπιστικά φυτά δεν θεωρούνται εύκολα στη συντήρησή τους καθώς
χρειάζονται τακτικές περιποιήσεις και ιδιαίτερες συνθήκες ανάπτυξης.
Η βανίλια και το Σαλέπι
παράγονται από ορχιδέες. Η βανίλια παράγεται από τους αποξηραμένους
λοβούς της ορχιδέας Vanilla planifolia και το σαλέπι από ξηρούς
κονδύλους διάφορων ορχιδέων αλλά κυρίως του είδους Orchis mascula
Άνθη ορχιδέας Cymbidium
Φροντίδες για όμορφες ορχιδέες
Θέση και θερμοκρασία
Phalaenopsis: Δεν συμπαθούν το άμεσο ηλιακό φως και
αναπτύσσονται καλά σε ανατολικό παράθυρο, που δέχεται τον απαλό πρωινό
ήλιο, είτε σε σκιασμένη θέση με νότια ή δυτική έκθεση. Στο φυσικό τους
περιβάλλον ευδοκιμούν σε θερμοκρασίες 20-35oC, ωστόσο μπορούν να προσαρμοστούν στις θερμοκρασιακές συνθήκες που συνήθως επικρατούν στους εσωτερικούς χώρους (15-35oC).
Οι Phalaenopsis χρειάζονται
υψηλή υγρασία στο χώρο που αναπτύσσονται. Έτσι δεν πρέπει αν
τοποθετούνται κοντά σε πηγές θερμότητας που μειώνουν την υγρασία ή
ξηραίνουν την ατμόσφαιρα όπως καλοριφέρ, air-conditions και θερμάστρες.
Cymbidium: Επίσης δεν αρέσκονται στο άμεσο ηλιακό φως και χρειάζονται λίγες ώρες απαλό φως το πρωί και σκιά τις υπόλοιπες ώρες. Οι καταλληλότερες θέσεις είναι μπροστά σε παράθυρα με ανατολική ή νοτιοανατολική έκθεση. Το καλοκαίρι μπορούν να βγουν σε εξωτερικό χώρο αρκεί να σκιάζονται. Θερμοκρασίες κάτω των 7oC καθώς και ο παγετός θα καταστρέψουν τις ορχιδέες. Αντέχουν στη ζέστη του καλοκαιριού, αλλά θερμοκρασίες πάνω από 35oC προκαλούν εγκαύματα στα φύλλα και καταστροφή των φυτών.
Τα
φύλλα των Cymbidium πρέπει να έχουν απαλό πράσινο χρώμα. Όταν γίνονται
σκουρόχρωμα πιθανότατα δεν δέχονται αρκετό φως και θα έχουν μειωμένη
ανθοφορία.
Πότισμα- λίπανση
Phalaenopsis: Απαιτούν πότισμα μία φορά την
εβδομάδα, ενώ κατά την άνθιση μπορούν να ποτίζονται κάθε δέκα μέρες.
Συνήθως όταν έχουν ανάγκη από νερό, οι ρίζες τους παίρνουν έναν ασημί
χρωματισμό. Χρειάζονται καλή αποστράγγιση γιατί η πολύ
υγρασία στη γλάστρα θα σαπίσει τις ρίζες. Δεν πρέπει να μένει νερό στο
πάνω μέρος του φύλλου της κορυφής, ιδιαίτερα το χειμώνα, γιατί αν
σαπίσει η κορυφή του φυτού η ορχιδέα δε θα δημιουργήσει νέα βλάστηση και
θα χαλάσει. Η λίπανση μπορεί να γίνει με ένα πλήρες λίπασμα ή με λίπασμα για ορχιδέες.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της άνθισης, επαναλαμβάνεται μία φορά
το μήνα, ενώ όταν το φυτό δημιουργεί τη νέα του βλάστηση, σίγουρα θα
ευνοηθεί από συχνότερες λιπάνσεις κάθε 10-15 μέρες. Cymbidium: Το φθινόπωρο, την άνοιξη και το καλοκαίρι
χρειάζονται περισσότερο νερό σε σχέση με τις Phalaenopsis. Το υπόστρωμα
πρέπει να παραμένει υγρό και το καλοκαίρι χρειάζεται ακόμα και
καθημερινό πότισμα. Το χειμώνα κατά την άνθηση, το πότισμα περιορίζεται
πολύ και γίνεται τόσο συχνά ώστε να μην μένει τελείως στεγνό το
υπόστρωμα, κάθε 7-10 μέρες, ανάλογα με τις συνθήκες. Είναι αρκετά
ευαίσθητες στα άλατα του νερού που δημιουργούν ξηράνσεις και καφέτιασμα
στα φύλλα. Η λίπανση πρέπει να είναι προσεκτική καθώς
το πολύ άζωτο θα οδηγήσει σε δημιουργία πολλών φύλλων και λίγων ανθέων.
Επιλέγεται είτε λίπασμα για ορχιδέες που εφαρμόζεται κάθε δύο μήνες,
εκτός από την περίοδο της άνθισης, ή κάποιο λίπασμα αργής αποδέσμευσης
σε κόκκους, που εφαρμόζεται μία φορά την άνοιξη, μετά την ανθοφορία.
Υπόστρωμα και μεταφύτευση
Οι περισσότερες ορχιδέες είναι επιφυτικές, αναπτύσσονται πάνω σε κορμούς δέντρων ή βράχους
και παίρνουν τα στοιχεία που χρειάζονται από την οργανική ουσία που
συγκεντρώνεται στις σχισμές. Στη γλάστρα χρειάζονται υπόστρωμα παρόμοιο
με το φυσικό τους περιβάλλον. Τα υποστρώματα αυτά αποτελούνται από
φλοιούς πεύκου ή ελάτης, ρίζες, βλαστούς και φυλλόχωμα. Υπάρχουν όμως
και ορχιδέες επίγειες, που αναπτύσσονται στο έδαφος και χρειάζονται
υπόστρωμα με αρκετή οργανική ουσία καλό αερισμό και πολύ καλή
αποστράγγιση. Phalaenopsis: Είναι επιφυτικές ορχιδέες και
αναπτύσσονται σε υπόστρωμα που κυρίως περιέχει φλοιό πεύκου ή ελάτης.
Χρειάζονται μεταφύτευση όταν οι ρίζες έχουν καλύψει όλη τη γλάστρα,
μπορεί κάθε δύο χρόνια. Η καταλληλότερη περίοδος είναι μετά την άνθιση.
Κατά τη μεταφύτευση της Phalaenopsis:
αφαιρείται όσο είναι δυνατόν το υπόστρωμα ανάμεσα από τις ρίζες, χωρίς αυτές να τραυματιστούν.
Στη συνέχεια απομακρύνονται ξερές ή σάπιες ρίζες,
ενώ αν υπάρχουν ξερά ή σάπια φύλλα στη βάση του φυτού, κόβονται με ψαλίδι.
Το καθαρό πλέον φυτό φυτεύεται στη μεγαλύτερη γλάστρα όπου έχει
τοποθετηθεί το υπόστρωμα και συμπληρώνεται όσο ακόμα υπόστρωμα
χρειάζεται.
Cymbidium: Είναι ημιεπίγειες ορχιδέες και χρειάζονται ελαφρύ υπόστρωμα
πλούσιο σε οργανική ουσία. Ένα υπόστρωμα με τύρφη, φλοιό ελάτης ή
πεύκου και αμμοπηλώδες χώμα σε ίσες αναλογίες, είναι κατάλληλο για την
καλλιέργειά τους. Δεν χρειάζονται συχνά αλλαγή γλάστρας και η
μεταφύτευση γίνεται περίπου κάθε τέσσερα χρόνια. Συχνά λέγεται ότι στις
Cymbidium αρέσει να είναι στριμωγμένες. Στην πραγματικότητα, δίνουν
προτεραιότητα στη βλαστική τους ανάπτυξη προκειμένου να εξαπλωθούν, με
αποτέλεσμα πρώτα να καλύπτουν με νέα βλάστηση όλο το διαθέσιμο χώρο και
μετά να ανθίζουν. Έτσι μία χρονιά μετά τη μεταφύτευση μπορεί να ανθίσουν
λίγο ή καθόλου.
Κείμενα: Έφη Νυδριώτη, Γεωπόνος ΓΠΑ, MSc
Αναδημοσίευση από το περιοδικό Κήπος 4 Εποχές, Άνοιξη 2014 http://www.gardenguide.gr/frontiste-sosta-tis-orchidees-sas/
Χειροποίητα κεραμικά διακοσμητικά, πήλινες γλάστρες και κανάτες, στο Μαρούσι.
Ο Γιώργος και ο Νίκος Μάμιδας συνεχίζουν – την τρίτη πλέον γενιά του
αγγειοπλαστείου – εξελίσσοντας την επιχείρηση που ίδρυσε ο παππούς τους
Γιώργος Μάμιδας το 1967, στην ίδια περιοχή.
Με μεράκι, γνώση που
περνάει από γενιά σε γενιά και αγάπη για τη δουλειά τους η οικογένεια
Μάμιδα συνεχίζει να παράγει ποιοτικά κεραμικά είδη για τον κήπο, τη
βεράντα, το σπίτι.
Η εταιρεία παράγει πλέον μια μεγάλη γκάμα από ΠΗΛΙΝΕΣ ΓΛΑΣΤΕΣ για τον κήπο και τη βεράντα, ΚΕΡΑΜΙΚΕΣ ΚΑΝΑΤΕΣ, και ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΑ. Όλα τα κεραμικά της εταιρειάς είναι υψηλής ποιότητας που κρατάνε στο χώρο και στις καιρικές συνθήκες.